Nowhere and elsewhere

  • From the series 'Chronicles'

Images

Omikron Gallery is delighted to announce Vicky Pericleous’ solo exhibition Nowhere and Elsewhere. The exhibition will be on show from April 28th until May 24th 2012.

Nowhere and Elsewhere is a paraphrasing of Jean-Luc Godard’s and Anna-Marie Miéville’s 1976 film Here and Elsewhere, in an attempt to create a bridge between these spatial notions, as well as examine notions of temporality; both of which the exhibition is focused on. The artist employs archival material from her photographs taken from all over Cyprus, collage, drawing, re-painted surfaces and sound to reconstruct environments that appear familiar, yet distant. In the series Chronicles (2012) as well as the large scale collages the works use different temporalities and topographies, creating anew, environments. A consistent reality is being suggested, while their timelines appear vague and touch, altogether, the sphere of the imaginary.

In the installation Astero (2012) the his-story of the place where “Golden Star” cinema used to run in Kontemenos village, is being re-constructed, now being a munitions depot for the Turkish troops. A series of simultaneous narratives relating a violent story of passion that shook the wider community and marked the place’s history are juxtaposed in a new space, creating new layers of spacious -temporal perceptions.

In the work Every Dawn (2012) Nicosia’s International Airport is approached as a point of failure and relentless anticipation. Screenshots of Nicosia’s airport, taken in the evening to early morning hours, are in a constant loop; without the dawn ever coming to its completion. The atmospheric sense of space during daybreak recalls romantic depictions of the island, found in tourist guides as well as creates the anticipation of completion, thus, indicating an upcoming return to the long-familiar image of the airport. At the same time, it highlights the architectural contours of this emblematic building of modernism which function, up until 1974, legitimised the post-colonial era and the establishment of the new state. An architectural model of the building is reconstructed where its coating techniques and material, popular in the 60s and 70s, invalidates the building’s modernist aesthetic and reflect upon the codes that formulate notions of identity, while employing their own mechanisms. The work is completed with an ambient sound of the airport space.

On a closer look, the viewer is confronted with multiple surfaces as layered through notions of memory and space, reflecting on ideas of displacement and fragmentation.

The works are in a constant «simulacrum», in a state of constant reproduction as seen in the works The Eighth Day (2012) and Anti-Protasis (2012). The metal construction, as it appears in the collage and the (architectural) model, is detached from its original context and re-emerges either remote, as in the case of the work Anti-Protasis (2012), or is being recomposed in a new environment. In both cases, a true copy of the original is neither certain, nor is the identity that they both, now, carry. The act of architectural redesigning that came before its new making in Anti-Protasis, (2012), signifies a reversibility of the rational sequence (since the structure was already build); or even of the structure’s endless repetition

The works are in a state of becoming, where their deconstruction and reconstruction imply the possibility of multiple centres or even their loss, as well the possibility of multiple narratives as might every time, arise.


Η Omikron Gallery παρουσιάζει με ιδιαίτερη χαρά την ατομική έκθεση της Βίκυς Περικλέους Πουθενά και Αλλού. Η έκθεση έχει διάρκεια από τις 28 Απριλίου μέχρι τις 24 Μαϊου 2012.

Ο τίτλος της έκθεσης Πουθενά και Αλλού είναι μια παράφραση της ταινίας των Jean-Luc Godard και Anna-Marie Miéville Εδώ και Εκεί (HereandElsewhere1976), επιδιώκοντας να δημιουργήσει μια γέφυρα μεταξύ αυτών των χωρικών εννοιών καθώς και των χρονικών διατάξεων, στις οποίες η έκθεση εστιάζει. Η καλλιτέχνης επεξεργάζεται υλικό από φωτογραφικά της αρχεία από ολόκληρη την Κύπρο, κολάζ, σχέδιο, επιζωγραφισμένες επιφάνειες και ήχο για να ανακατασκευάσει χώρους που παρουσιάζονται οικείοι και την ίδια ώρα απόμακροι. Τόσο στη σειρά Χρονικά (2012)όσο και στα μεγάλου μεγέθους κολάζ τα έργα προκύπτουν από τη χρήση διαφορετικών χρονικοτήτων και τοπογραφιών, δημιουργώντας νέα περιβάλλοντα που ενώ προτείνουν μια συνεκτική πραγματικότητα κινούνται παράλληλα σε ακαθόριστα χρονικά πλαίσια και αγγίζουν το φαντασιακό.

Στην εγκατάσταση Αστέρω (2012)αναδομείται η ιστορία του χώρου όπου στεγαζόταν ο κινηματογράφος “ΧΡΥΣΟΣ ΑΣΤΕΡΑΣ” στο χωριό Κοντεμένος και πλέον χρησιμοποιείται ως αποθήκη πυρομαχικών των Τουρκικών στρατευμάτων. Στο έργο μια σειρά από ταυτόχρονες αφηγήσεις μίας βίαιης ιστορίας πάθους που συγκλόνισε την κοινότητα του χωριού και σημάδεψε το χώρο του Σινεμά, διασταυρώνονται σ’ ένα νέο χώρο, δημιουργώντας νέα επίπεδα χωροχρονικών αντιλήψεων.

Στο έργο Κάθε Ξημέρωμα (2012) το Αεροδρόμιο Λευκωσίας προσεγγίζεται ως σημείο αποτυχίας και ατέρμονης προσμονής. Πλάνα του αεροδρομίου Λευκωσίας, κινηματογραφημένο από τις βραδινές μέχρι της πρωινές ώρες, βρίσκονται σε μια διαρκή επανάληψη, χωρίς ωστόσο το χάραμα ποτέ να ολοκληρώνεται. Η ατμοσφαιρική αίσθηση του χώρου την ώρα του ηλιοβασιλέματος ανακαλεί ρομαντικές απεικονίσεις του νησιού όπως προβάλλεται στους τουριστικούς οδηγούς και δημιουργεί την προσμονή ολοκλήρωσής του, υποδεικνύοντας, έτσι σε μια επικείμενη επιστροφή στη για χρόνια γνωστή εικόνα του Αεροδρομίου. Ταυτόχρονα, αναδεικνύει τις αρχιτεκτονικές γραμμές του εμβληματικού αυτού κτηρίου του μοντερνισμού του οποίου η λειτουργία του μέχρι το 1974, επικύρωνε την μεταποικιοκρατική εποχή και την συγκρότηση του νέου κράτους. Το κτήριο ανακατασκευάζεται σε μακέτα και επιστρώνεται με υλικά και τεχνικές δημοφιλή στα λαϊκά στρώματα του ‘60 και ‘70, ακυρώνοντας την μοντερνιστική αισθητική του κτηρίου και αντανακλώντας σε κώδικες προσδιορισμού ταυτότητας ενώ επιστρατεύει τους ίδιους τους μηχανισμούς του. Η εγκατάσταση ολοκληρώνεται με τον ήχο του περιβάλλοντα χώρου του Αεροδρομίου.

Με μια πιο κοντινή ματιά, ο θεατής έρχεται αντιμέτωπος με πολλαπλές επιφάνειες όπως αυτές διασταυρώνονται μέσα από τις έννοιες του χώρου και της μνήμης, αντανακλώντας στις ιδέες της μετατόπισης και του κατακερματισμού.

Τα έργα βρίσκονται σε συνεχές ‘simulacrum’, μια κατάσταση συνεχής αναπαραγωγής όπως βλέπουμε και στα έργα Η ‘Ογδοη Μέρα (2012) και Αντί-Πρότασης (2012). Η σιδερένια κατασκευή όπως παρουσιάζεται τόσο στο κολάζ όσο και στη μακέτα έχει απομακρυνθεί από το αρχικό της περιβάλλον και είτε έχει απομονωθεί όπως στην περίπτωση του έργου Αντί-Πρόταση είτε έχει ενσωματωθεί μέσα σ’ένα νέο περιβάλλον. Και στα δύο έργα το γνήσιο αντίγραφο του πρωτοτύπου δεν είναι αξιόπιστο καθώς ούτε και η ταυτότητα που και τα δύο υιοθετούν. Η πράξη του αρχιτεκτονικού επανα-σχεδιασμού, που προηγήθηκε της μακέτας στο έργο Αντί-Πρότασης, υποδεικνύει μια αντιστροφή της λογικής διαδοχής (αφού η κατασκευή ήταν ήδη φτιαγμένη) ή ακόμη και της αέναης επανάληψής της.

Τα έργα βρίσκονται σε μια κατάσταση «εν δυνάμει», όπου η αποσυναρμολόγηση τους και η ανακατασκευή τους υποδεικνύουν τη δυνατότητα πολλαπλών κέντρων ή και απώλειας τους, αλλά και πολλαπλών αφηγήσεων όπως αυτές κάθε φορά δύναται να προκύψουν..